Re: Cinephile

82
Bladerunner
Σε μια σκοτεινή μεγαλούπολη που μουλιάζει στη βροχή πέντε ανθρωπόμορφα ρομπότ αναζητούν τον κατασκευαστή τους. Γνωρίζοντας ότι η διάρκεια ζωής τους είναι μόνο τέσσερα χρόνια, έχουν φτάσει στη Γη, με ένα και μοναδικό αίτημα: Να ζήσουν περισσότερο. Ένας αστυνομικός παίρνει εντολή να τα εξοντώσει. Όμως, μαζί με τις ρεπλίκες πρέπει να "αποσύρει" και τη Ρέιτσελ, ένα πανέμορφο ανδροειδές, που ελάχιστα διαφέρει από ανθρώπινο ον... Το βιβλίο του Φίλιπ Ντικ "Do Androids Dream of Electric Sheep?" ήταν η πρώτη ύλη για ένα σενάριο, που αρχικά δεν άρεσε σε κανέναν παραγωγό. Γράφτηκε ξανά και ξανά, βρήκε χρηματοδότες και κατέληξε να συγκαταλέγεται στις πιο διάσημες ταινίες επιστημονικής φαντασίας.
Το "Blade Runner" είναι ένα μείγμα φιλμ νουάρ και φουτουριστικής περιπέτειας. Η κορυφαία του αισθητική δημιούργησε σχολή και επηρέασε νεότερους κινηματογραφιστές, ενώ ο προβληματισμός του (άνθρωποι ίδιοι με μικρόψυχους θεούς που παίζουν με τα δημιουργήματά τους) πυροδότησε ατέλειωτες συζητήσεις. Βγήκε στις αίθουσες το 1982, σε μια εποχή που οι Αμερικανοί πολιτικοί χάιδευαν τα αφτιά του κοινού με μηνύματα αισιοδοξίας. Δεν απέφερε τις αναμενόμενες εισπράξεις. Οι παραγωγοί πανικοβλήθηκαν και αποφάσισαν να μοντάρουν ξανά το έργο και να του αλλάξουν φινάλε. Aδικος κόπος. Η ταινία δεν πέτυχε στα ταμεία, αλλά απέκτησε φανατικό κοινό και σύντομα έγινε μύθος. Το 1993 κυκλοφόρησε η επίσημη εκδοχή του σκηνοθέτη (Director΄s Cut). Τα πρόσωπα έχουν αποκτήσει τέτοια διαύγεια ώστε μπορείς να διακρίνεις τους πόρους και τις ατέλειες του δέρματος. Το σκοτεινό Λος Aντζελες αστράφτει κάτω από τις στάλες της βροχής. Τα χρώματα από τα νέον έχουν αποκτήσει ζωντάνια και οι επιβλητικοί χώροι της εταιρείας Ταϊρέλ προκαλούν δέος, έτσι όπως τυλίγονται στην ομίχλη, με το φως ενός άρρωστου ήλιου να μπαίνει από τα παράθυρα. Υπάρχει πλέον σαφής αίσθηση του χώρου, με τα εναέρια οχήματα να έρχονται από την οθόνη και να χάνονται πίσω δεξιά ή αριστερά. Ένας ολόκληρος κόσμος από ήχους έχει αναδυθεί, ενώ η μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου ακούγεται σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια.
soundtrack: Αγαπημένη μου σκηνή από την ταινία:
Jealousy is the fear or apprehension of superiority: envy our uneasiness under it.
-William Shenstone

Re: Cinephile

85
21 γραμμάρια
21 grams. ΗΠΑ, 2003. Σκηνοθεσία: Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου. Σενάριο: Γκιγιέρμο Αριάγκα. Ηθοποιοί: Σον Πεν, Μπενίσιο Ντελ Τόρο, Ναόμι Γουότς, Σαρλότ Γκενσμπούργκ, Μελίσα Λίο. 125 λεπτά.
Εικόνα
Ο Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου καταφέρνει να δώσει πνοή και δύναμη σ' ένα μελοδραματικό σενάριο χάρη στην παράλληλη αφήγηση των διάφορων ιστοριών του και τις συγκλονιστικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών του.
Ο τίτλος «21 γραμμάρια» της ταινίας του Μεξικανού σκηνοθέτη Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου αναφέρεται στο βάρος που χάνει το σώμα την ώρα του θανάτου - το υποτιθέμενο βάρος της ψυχής. Τα πρόσωπα της ταινίας βρίσκονται στο μεταίχμιο αυτό, στο κατώφλι του θανάτου, να χάσουν δηλαδή τη ψυχή τους, ή τα 21 τους γραμμάρια. Ο λόγος: ένα αναπάντεχο αυτοκινητικό δυστύχημα με αρκετά θύματα, που παρακολουθούμε στην αρχή της ταινίας. Με το δυστύχημα αυτό συνδέονται, με διάφορους τρόπους, τα πρόσωπα της ταινίας, με τρεις βασικά πρωταγωνιστές: τον ετοιμοθάνατο καθηγητή Πολ Ρίβερς (Σον Πεν), που υποφέρει από την καρδιά του, περιμένοντας το σωτήριο μόσχευμα, που τελικά αποκτά χάρη στο νεκρό του δυστυχήματος, την Κριστίνα (Ναόμι Γουότς), γυναίκα του νεκρού που προσπαθεί να ξαναβρεί την ισορροπία της και τον Τζακ (Μπενίσιο Ντελ Τόρο), ένα πρώην κατάδικο, υπεύθυνο για το δυστύχημα, που αντιμετωπίζει κρίση συνειδήσεως, πιστεύοντας ότι πρέπει να πληρώσει για το «λάθος» του.

Ο Ιναρίτου κατάφερε μέχρι ένα βαθμό να ζωντανέψει ένα βασικά μελοδραματικό σενάριο, χάρη στον τεμαχισμό των ιστοριών του, σε μια παράλληλη δράση (όπως και στην προηγούμενη πρώτη του, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ταινία, «Χαμένες αγάπες»), που περνάει με εξαιρετική δεξιοτεχνία από το παρόν στο παρελθόν και τανάπαλιν. Ενα άλλο στοιχείο είναι η επιμονή του να εμβαθύνει στις σχέσεις και τα αισθήματα των προσώπων του και όχι μόνο των τριών πρωταγωνιστών, αλλά και των ανθρώπων γύρω τους: της Μαίρης (Σαρλότ Γκενσμπούργκ), γυναίκας του Πολ, έτοιμης να τον εγκαταλείψει επειδή αρνείται ν' αποκτήσει παιδί έστω και με τεχνητή γονιμοποίηση, και της Μαριάν (Μελίσα Λίο), γυναίκας του Τζακ, που προσπαθεί να πείσει τον Τζακ να μην αποκαλύψει την ευθύνη του για να σώσει έτσι την οικογένειά της.
Κρητική :
Spoiler: show
Θάνατος και ενοχές. Με όλους τους τρόπους και με όλες τις παραλλαγές: από καρδιά, αυτοκίνητο, σφαίρα, αυτοκτονία, ναρκωτικά, φόνο, τα πάντα. Μία από τις πιο ωραιοποιημένες νεκρολαγνείες από συστάσεως κινηματογράφου. Ο θάνατος κατοικεί ως ιδιοκτήτης του βλέμματος του Σον Πεν. Σε μία απότομη στροφή της μοίρας οι δρόμοι του Πολ (Σον Πεν), ενός καθηγητή που βρίσκεται στο έσχατο στάδιο της καρδιακής ανεπάρκειας και περιμένει το σωτήριο μόσχευμα, της Κριστίνα (Ναόμι Γουότς), μιας γυναίκας που έχασε αναπάντεχα το σύζυγο και τα παιδιά της και του Τζακ (Μπενίτσιο Ντελ Τόρο), ενός πρώην κατάδικου που έχει εναποθέσει όλες τις ελπίδες του στο Θεό, ενώνονται οδηγώντας τους σε μία κοινή, επώδυνη πορεία αυτογνωσίας...

21 γραμμάρια. Τόσο λέγεται πως είναι το βάρος που χάνουμε τη στιγμή ακριβώς του θανάτου μας, το υποτιθέμενο βάρος της ψυχής μας... Τρία χρόνια μετά το πολυβραβευμένο (αλλά και, τουλάχιστον κατά τη γνώμη μας, υπερφίαλο και υπερεκτιμημένο) ντεμπούτο του “Amores Perros”, ο Μεξικανός Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου επιστρέφει με μία από τις πιο ενδιαφέρουσες ταινίες της μια έντονη φιλμική εμπειρία.το σενάριο του «21 Grams», γραμμένοι από την πένα του Γκιγιέρμο Αριάγκα, πραγματεύεται εκ νέου το θέμα της μοίρας, όχι ως τυχαίο ή σύμπτωση αλλά ως πεπρωμένο με την αρχαιοελληνική, αναπόδραστη έννοια του όρου.υιοθετείται μια μη γραμμική, αποσπασματική αφήγηση, ακόμη όμως πιο ακραία. Ο Ιναρίτου κατακερματίζει χωροχρονικά την ιστορία του και φτιάχνει ένα πολύπλοκο αφηγηματικό παζλ που απαιτεί την απόλυτη προσοχή του θεατή. Η αποζημίωση για τον τελευταίο έρχεται λίγο αργότερα όταν η «μαγική εικόνα» αρχίζει, κομμάτι – κομμάτι, να σχηματίζεται και η εσωτερική της δύναμη, δομημένη πάνω στην δραματική σύγκρουση ζωής – θανάτου, αγάπης – απώλειας, ενοχής – εκδίκησης, πίστης – προδοσίας, ελπίδας – απόγνωσης, αποκαλύπτεται, κρατώντας τον, μέχρι το τέλος, εκούσιο δέσμιο της.
Πηγή:http://www.provoles.gr/movie's_04-05/041008.htm
Jealousy is the fear or apprehension of superiority: envy our uneasiness under it.
-William Shenstone

Re: Cinephile

86
Εγκρίνω 21 γραμμάρια. Αν και τα είχα δει πριν χρόνια και δε θυμάμαι και πολλά, ήταν ο λόγος που αγάπησα τον Inarritu και ξεκίνησα να βλέπω τις ταινίες του. Για τους φαν των παράλληλων ιστοριών που δεν εκτυλίσσονται γραμμικά στο χρόνο.
Πολύ καλές ταινίες του ιδίου το Amores Perros, το γνωστό Babel και αρκετά καλό το Biutiful. :T:
To Amores Perros μου άρεσε πάρα πολύ. Ειδικά η φράση με την οποία έκλεισε η ταινία. :worship:
Spoiler: show
Porque tambien somos lo que hemos perdido
Einmal ist keinmal

Re: Cinephile

87
@AnastasiaN Γενικά όλες οι ταινίες του Ιναρίτου είναι πολύ χαρακτηριστικές για τον τρόπο αφήγησης και την ατμόσφαιρα.
[offtopic]
Δεν έχω δει το Amores Perros αλλά μπορώ να πω ότι που κίνησες το ενδιαφέρον να δω την ταινία :T:
Jealousy is the fear or apprehension of superiority: envy our uneasiness under it.
-William Shenstone

Re: Cinephile

88
Μικρά Αγγλία
Εικόνα
Δύο εβδομάδες μετά τη δημοσιογραφική προβολή της «Μικράς Αγγλίας», τα πρόσωπα με ακολουθούν: η Ορσα, η Μόσχα, ο Σπύρος Μαλταμπές, ο Νίκος, η Μίνα… Το ίδιο είχε συμβεί και με το ομώνυμο μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη, όταν κυκλοφόρησε το 1997. Η κινηματογραφική μεταφορά του είναι μια ταινία αυτόνομη, που κυκλώνει τον θεατή χωρίς να προδίδει τον αναγνώστη.

Το «ταξίδι» δεν είναι τόσο στην Ανδρο του ’30 και του ’40. Αν και η εποχή, η ατμόσφαιρα και η ειδική συνθήκη ενός νησιού ναυτικών και καπεταναίων διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην ιστορία. Ομως η ταινία «φεύγει» από τον χώρο και τον χρόνο. Ακολουθεί βήμα βήμα το ανεκπλήρωτο του έρωτα, το μέγιστο του πάθους, που όταν δεν απελευθερώνεται είναι ένας αργός, βασανιστικός θάνατος, τα λάθη που γίνονται φορτία πιο βαριά από των καραβιών.

Ολοι οι ήρωες μοιάζει να υποτάσσονται σε μια μοίρα με ονοματεπώνυμο: η μάνα («οχιά» θα την αποκαλέσουν οι κόρες), τα βαπόρια, το συμφέρον, ο πόθος που κρύβεται πίσω από την εκδίκηση και οδηγεί σχεδόν πάντα στην αυτοτιμωρία. Ο ρυθμός της ταινίας χτίζεται από τον Παντελή Βούλγαρη αργά και προσεκτικά, για να οδηγήσει στο κρεσέντο της τελευταίας μιας ώρας. Οταν η παραφορά μεταμορφώνεται σε αντάρα, σε κραυγή, συνωμοτεί με τα στοιχεία της φύσης και κοπάζει μόλις ξεβράσει στην ακτή συντρίμμια από ζωές και καράβια. Οι δύο αδελφές με λάθος γάμους, μεθοδευμένους από τη μητέρα τους. Τα αισθήματα δεν υπολογίζονται. Η καθημερινότητα ορίζεται από την απουσία του άντρα και τη διαρκή αγωνία για τη (μη) επιστροφή του. Η εποχή κρατάει τις γυναίκες σε ομηρία. «Αν είχαμε σπουδάσει κάτι ή αν είχαμε μια δουλειά… Αν μιλούσαμε», λέει η μικρότερη και ατίθαση Μόσχα, κάνοντας τον απολογισμό, όταν είναι πλέον αργά.

Η ταινία φέρει την υπογραφή της, περίπου 40χρονης, σχέσης του Π. Βούλγαρη και της Ιω. Καρυστιάνη οφείλει πολλά στους ηθοποιούς (ηγεμονική και ταυτόχρονα τσακισμένη η φιγούρα της Μίνας – Αννέζας Παπαδοπούλου) στη φωτογραφία με προσωπικότητα του Σίμου Σαρκετζή στην υπονομευτική μουσική της Κατερίνας Πολέμη.

Η μόνη ένσταση δεν αφορά τόσο τη διάρκεια (2 ώρες 40΄) όσο την ηθογραφική καλλιγραφία κάποιων πλάνων (όπως της σκηνής του Επιταφίου) που θα μπορούσαν και να έχουν αφαιρεθεί, προσθέτοντας στην οικονομία της αφήγησης.

Η «Μικρά Αγγλία» είναι μια ιστορία γραμμένη και κινηματογραφημένη στο μπλε. Χωρίς τελεία, που αφήνει, όπως και η θάλασσα, τους ήρωες χωρίς ανάπαυση. Πηγή:http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_arti ... 013_530773
Jealousy is the fear or apprehension of superiority: envy our uneasiness under it.
-William Shenstone